Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἐπὶ δακρύοις

См. также в других словарях:

  • επικήδειος — α, ο (AM ἐπικήδειος, ον) αυτός που γίνεται ή λέγεται κατά την κηδεία, ο νεκρώσιμος (α. «επικήδειος λόγος» β. «ἄεισον ἐν δακρύοις ᾠδὰν ἐπικήδειον», Ευρ.) νεοελλ. το αρσ. ως ουσ. ο επικήδειος (λόγος) νεκρώσιμη ομιλία αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»